Κενά και ελλείψεις στην ελληνική γλώσσα έχουν εντοπιστεί στη συντριπτική πλειοψηφία μαθητών της Δημοτικής Εκπαίδευσης, οι οποίοι δεν έχουν ως μητρική τους γλώσσα την ελληνική (δηλαδή έχουν μεταναστευτική βιογραφία), ωστόσο είναι ενταγμένοι στο εκπαιδευτικό σύστημα και φοιτούν κανονικά.
Η εικόνα αυτή προκύπτει από το Πρόγραμμα Ελληνομάθειας που διεξήχθη και φέτος από το Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας και Αξιολόγησης του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου και το οποίο διεξάγεται στο πλαίσιο της πολιτικής του υπουργείου Παιδείας για στήριξη και ουσιαστική ενίσχυση των μαθητών με μεταναστευτική βιογραφία. Στόχος τα παιδιά αυτά να κατακτήσουν ένα ικανοποιητικό επίπεδο ελληνομάθειας, ούτως ώστε να μπορούν να επικοινωνούν αλλά και να μαθαίνουν στο σχολείο.
Τα ευρήματα
Στον πυλώνα του προγράμματος που αφορά στην αξιολόγηση του επιπέδου ελληνομάθειας μαθητών που η ελληνική δεν είναι μητρική τους γλώσσα με στόχο να ενταχθούν σε στοχευμένα προγράμματα ενισχυτικής διδασκαλίας στη βάση των αναγκών τους, τα ευρήματα για τη σχολική χρονιά 2023 – 2024 είναι:
- Η συντριπτική πλειοψηφία (ποσοστό 91,5%) έχουν επίπεδο ελληνομάθειας χαμηλότερο του Β1 που είναι το επιθυμητό. Τα παιδιά αυτά από τη νέα σχολική χρονιά θα ενταχθούν σε προγράμματα ενισχυτικής διδασκαλίας.
- Ποσοστό της τάξης του 8,5% κατέχει το επίπεδο Β1.
Σημειώνεται ότι σε αυτή τη φάση του προγράμματος συμμετείχαν 3.525 μαθητές που φοιτούν σε δημόσια δημοτικά σχολεία.
Όσον αφορά στον πυλώνα του προγράμματος που είναι η τελική αξιολόγηση, δηλαδή να καταγραφεί η εικόνα των μαθητών, οι οποίοι ήδη παρακολούθησαν ενισχυτική διδασκαλία για να βελτιώσουν τα επίπεδα ελληνομάθειάς τους, τα ευρήματα που προέκυψαν από 2.070 μαθητές είναι:
- Το 46,4% των μαθητών που ολοκλήρωσαν το πρόγραμμα τους κατέκτησαν το επίπεδο Β1 ελληνομάθειας.
- Το 18,3% το επίπεδο Α1.
- Το 35,3% το επίπεδο Α2.
Παράγοντες που επηρεάζουν
Στο πλαίσιο του προγράμματος Ελληνομάθειας διερευνήθηκε και η συσχέτιση διαφόρων μεταβλητών που πιθανόν να σχετίζονται με την επιτυχή κατάκτηση του επιπέδου Β1 για τα παιδιά που ολοκλήρωσαν το πρόγραμμα ενισχυτικής διδασκαλίας της ελληνικής γλώσσας. Οι μεταβλητές αυτές αφορούν δύο βασικές κατηγορίες: α) Τα προσωπικά/οικογενειακά χαρακτηριστικά και β) τα εκπαιδευτικά χαρακτηριστικά.
Από αυτές τις μεταβλητές προκύπτει ότι κυρίως τρεις παράγοντες έχουν συμβολή στην επιτυχή κατάκτηση του επιπέδου Β1. Ο πρώτος είναι τα παιδιά που γεννήθηκαν στην Κύπρο, ο δεύτερος τα παιδιά που έχουν τουλάχιστον ένα γονέα ή κηδεμόνα ελληνόφωνο και ο τρίτος παράγοντας τα παιδιά που φοιτούν στις μεγαλύτερες τάξεις του Δημοτικού (Δ’, Ε’ και Στ’).
Η έρευνα έγινε για τη σχολική χρονιά 2023 – 2024 και έγινε με τα διαγνωστικά δοκίμια «Μιλάς Ελληνικά Ι», τα οποία χορηγήθηκαν από το Φεβρουάριο έως τον Απρίλιο του 2024 και τα οποία στηρίζονται στην κλίμακα αξιολόγησης του Κοινού Πλαισίου Αναφοράς για τις γλώσσες.
Πηγή: philenews
Διαβάστε επίσης
Γιατί να προτιμάτε για κολύμπι καθαρά νερά; Οι κίνδυνοι που παραμονεύουν
Γονείς, δεν είναι πρόβλημα για ένα 5χρονο να μην ξέρει να διαβάζει και αυτός είναι ο λόγος!