Η ιστορία της Αροδαφνούσας μέσα από τα μάτια της ιστορικού, Δρ. Νάσας Παταπίου

Η ιστορία της Αροδαφνούσας μέσα από τα μάτια της ιστορικού, Δρ. Νάσας Παταπίου

Το 1367 ο πιο λαμπρός και ένδοξος βασιλιάς της Κύπρου, ο ρήγας της Ανατολής και βασιλιάς της Δύσης, όπως τον τραγούδησε η κυπριακή λαϊκή μούσα, αναχωρούσε από το λιμάνι της Πάφου για την Ευρώπη με σκοπό να οργανώσει μια νέα σταυροφορία για την απελευθέρωση των Αγίων Τόπων.

Ο διάσημος αυτός γόνος του οίκου των Λουζινιάν συνδέθηκε αμετάκλητα με τη Χούλου αφού, σύμφωνα με τον χρονικογράφο μας Λεόντιο Μαχαιρά, είχε ερωμένη τη σύζυγο του φεουδάρχη της Χούλου την οποία ο λαός της Κύπρου τη βάπτισε Αροδαφνούσα. Αυτά τον 14ο αιώνα. Ωστόσο σήμερα η Χούλου καλωσορίζει τον 8ο πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας κ. Νίκο Χριστοδουλίδη που έχει άμεση σχέση μαζί της αφού εκ πατρογονίας κατάγεται από αυτή την κοινότητα με την πλούσια ιστορία, τους μύθους και τους θρύλους και πρωτίστως τον θρύλο της Αροδαφνούσας που εδώ στη γη των προγόνων μας αποτελεί ζώσα παράδοση.

Παρεμπιπτόντως αναφέρω ότι ο γνωστός πρώην υπουργός εξωτερικών της Ελλάδας Θεόδωρος Πάγκαλος, του οποίου ο πρόγονος Χατζημελέτης μαζί με τον Καραϊσκάκη κατέλαβε την Αθήνα από τους Τούρκους κατά την επανάσταση του 1821, ο οποίος γνώρισε τη Χούλου και την επισκεπτόταν συχνά με τον αείμνηστο Γιάννο Κρανιδιώτη και έτυχε πολλές φορές να ακούσει εδώ με κατάνυξη τραγούδια ερωτικά, τσιαττιστά και κυπριακά παραδοσιακά τραγούδια μεταξύ αυτών και την Αροδαφνούσα. Ο ίδιος είχε πει κάποτε σε μια τηλεοπτική εκπομπή ότι κάθε φορά που επισκέπτεται τη Χουλου αναβαθμίζεται εθνικά. Αναβαθμιζόμαστε κι εμείς σήμερα εθνικά αφού αυτή η εκδήλωση είναι αφιερωμένη στον πολιτισμό και κυρίως στον λαϊκό πόλιτισμό μας και στις παραδόσεις μας, που είναι κύρια γνωρίσματα ενός έθνους. Άλλωστε όποιος κρατά της παραδόσεις, όπως συχνά αναφέρω στις ομιλίες μου, όποιος, λοιπόν, κρατά τις παραδόσεις δεν παραδίδεται.

Το ποίημα της Αροδαφνούσας χάρη στις προσπάθειές μας πέρασε στον Εθνικό Κατάλογο της Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς. Σε μας απομένει εξοχότατε κύριε πρόεδρε, εκλεκτοί προσκεκλημένοι, κυρίες και κύριοι να δώσουμε ζωντάνια, ανάπτυξη και ανάδειξη του χώρου αυτού, της κοινότητας της Χούλου, από τον οποίο έλκουμε την καταγωγή μας. Το κτήριο του σχολείου όπου δίδαξε σε αλλοτινούς καιρούς ο αείμνηστος πατέρας μου και φοίτησε κύριε πρόεδρε και ο πατέρας σας θα μπορούσε να καταστεί πολιτιστικό κέντρο και με κάποιο ίσως κονδύλι από την Ευρωπαϊκή Ένωση να πραγματοποιείται εδώ κάθε καλοκαίρι ένα φεστιβάλ με πολλαπλές πολιτιστικές δράσεις ή ημερίδες ιστορικού, λαογραφικού, θρησκευτικού, καλλιτεχνικού ή και άλλου ενδιαφέροντος.

Όλα τα χωριά μας, τα χωριά της περίκλειστης Κύπρου, όπως τεκμηριώνεται μέσα από τις πηγές είναι βυζαντινά, δηλαδή οικισμοί προφραγκικοί πριν περάσει η μεγαλόνησος στην εξουσία του φραγκικού βασιλικού οίκου των Lusignan, που κυριάρχησαν στην Κύπρο σχεδόν τρεις αιώνες. Πολύ πιθανόν μεγάλος αριθμός των χωριών μας να ανάγεται και στα αρχαία χρόνια, αλλά δυστυχώς τα στοιχεία τα οποία διαθέτουμε είναι ελάχιστα γι’ αυτό μόνο εικασίες μπορούμε να κάνουμε. Αλλά και κατά την οθωμανική περίοδο ίσως να δημιουργήθηκαν ένα ή δυο χωριά και τούτο καταδεικνύεται και πάλι μέσα από την αρχειακή έρευνα από ξένα αρχεία, που ολοένα κατά τα τελευταία χρόνια αναπτύσσεται. Για παράδειγμα, το γειτονικό χωριό με τη Χούλου Κούρδακα που μας παραδόθηκε ως τουρκοκυπριακό ήταν ελληνικότατο και χριστιανικότατο και τούτο μαρτυρείται και από τις πολλές εκκλησίες που είχε αν και σήμερα είναι ερειπωμένες. Η ιστορία της Κούρδακας απαντά στα Αρχεία του Βατικανού και υπήρξε χωριό του βυζαντινού οίκου των Καντακουζηνών που είχαν έρθει στην Κύπρο από τον Μιστρά.

Αλλά ας έρθουμε στη Χούλου η οποία εξαιτίας του φεουδάρχη της συνδέθηκε αμετάκλητα με τον θρύλο της ερωμένης του βασιλιά Πέτρου Α´ Lusignan, του πιο διάσημου και ερωτομανέστατου βασιλιά της Κύπρου. Ο ένδοξος βασιλιάς της Κύπρου Πέτρος Α´ Lusignan, ο αποκαλούμενος και ανδρείος, περιηγήθηκε δυο φορές την Ευρώπη προς εξεύρεση χρημάτων για την οργάνωση μιας νέας σταυροφορίας για την επανάκτηση της Αγίας Γης, την οποία συνήθιζε να αναφέρει ως γη των πατέρων του. Η φήμη του είχε ήδη φθάσει στην Δύση μετά την κατάληψη έστω πρόσκαιρα της Αλεξάνδρειας, ενός από τα πιο σπουδαία λιμάνια τότε της Μεσογείου, αλλά και άλλων πόλεων της Μ. Ασίας και της Συρίας. Αναφέρεται ως εμπνευστής και ιδρυτής του Τάγματος του ξίφους με πρωταρχικό σκοπό την απελευθέρωση των Αγίων Τόπων και με το μοτο/ έμβλημα: « Εμμένειν τη αρετή».

Ο βασιλιάς της Κύπρου κατά τη διάρκεια του πρώτου ταξιδιού του στην Ευρώπη επισκέφθηκε και το Λονδίνο όπου έφθασε εκεί το Νοέμβριο του 1363 συνοδευόμενους από Κύπριους και Ευρωπαίους ιππότες προς εξεύρεση χρημάτων για μια νέα σταυροφορία.

Ο βασιλιάς της Αγγλίας Εδουάρδος Γ´ στην πρόσκληση του βασιλιά της Κύπρου για τη δημιουργία μιας νέας σταυροφορίας εναντιώθηκε προφασιζόμενος την προχωρημένη ηλικία του. Παρόλα αυτά όμως βρήκε την ευκαιρία και κατά τη διάρκεια της συνομιλίας τους προέβαλε απαιτήσεις επί του βασιλείου της Κύπρου υπενθυμίζοντας ότι οι Άγγλοι πριν 250 χρόνια από τότε είχαν κυριεύσει τη μεγαλόνησο, υπονοώντας ασφαλώς τον Ριχάρδο τον Λεοντόθυμο, και στη συνέχεια την παραχώρησαν στον Γκυ de Lusignan, άρα ουσιαστικά εξακολουθούσε να τους ανήκει. Ωστόσο, ο βασιλιάς Πέτρος, όπως αναφέρει ο χρονογράφος, προσποιήθηκε ότι δεν άκουσε, ή τουλάχιστον δεν θέλησε να σχολιάσει το επίμαχο αυτό θέμα.

Αυτή είναι η αιώνια μοίρα της Κύπρου την οποία καθόρισε και συνεχίζει να καθορίζει η γεωγραφική της θέση. Εύστοχα τα στοιχεία αυτά διατυπώθηκαν από τον Άγγλο George Hill. Το φως, γράφει, που πέφτει στην ιστορία της Κύπρου είναι μουντό και ομιχλώδες γιατί όποιος ήθελε να ελέγχει την Ανατολική Μεσόγειο έπρεπε να κατέχει την Κύπρο. Ταυτόχρονα όμως η Κύπρος εξαιτίας της γεωγραφικής της θέσης μετέδωσε στοιχεία πολιτισμού και ανάπτυξης, τα οποία έφθασαν κοντά της από τους δρόμους της μακρινής Ανατολής και κατέληξαν στη Δύση ή στο Νέο Κόσμο. Όπως αναφέρει ο Γάλλος ιστορικός Φερνάντ Μπρωντέλ, ο μεγάλος λάτρης της εσωτερικής θάλασσας, όπως συνήθιζε να αποκαλεί τη Μεσόγειο, επάνω στη συνηθισμένη ζωή των μικρών νησιών προστίθεται ένα κεφάλαιο της μεγάλης ιστορίας. Και η μεγάλη ιστορία κάποτε περνά από τα μικρά νησιά όπως είχε συμβεί στο παρελθόν με την Κύπρο.

Για παράδειγμα το ζαχαροκάλαμο μεταφέρθηκε αρχικά από την μακρινή Ινδία στην Αίγυπτο. Από την Αίγυπτο κατά τον 10ο αιώνα έφθασε στην Κύπρο και από την Κύπρο στην Σικελία. Ο Ερρίκος ο Θαλασσοπόρος αναζήτησε τρόπο να το μεταφέρει στην Μαδέρα, η οποία υπήρξε το πρώτο «νησί της ζάχαρης» στον Ατλαντικό .Στη συνέχεια η καλλιέργεια του ζαχαροκαλάμου έφθασε στις Αζόρες, στις Κανάριες νήσους, στα νησιά του Πράσινου Ακρωτηρίου και τέλος στην αμερικάνικη γη.

Το ίδιο ρόλο έπαιξαν τα νησιά και στην αρκετά περίπλοκη καμιά φορά διάδοση των στοιχείων του πολιτισμού. Σημειώνω ότι, τα υποδήματα με μακριές μύτες και τα μυτερά καπέλα υπήρξαν, όπως διδάσκει η ιστορία, απολαύσεις των Κινέζων του 5ου αιώνα όταν τότε στην αχανή αυτή χώρα κυριαρχούσε η δυναστεία των Tang. Πόσοι όμως αλήθεια γνωρίζουν ότι η μόδα αυτή μέσω της τλήμονος και κεκαυμένης Κύπρου, πολλούς αιώνες αργότερα από τη μεγαλόπρεπη αυλή του βασιλιά Ιανού έφθασε στο Παρίσι του 15ου αιώνα, όπου τότε τα παπούτσια με μυτερή απόληξη και τα μυτερά καπέλα έκαναν θραύση…

Η παλαιότερη γραπτή αναφορά που έχουμε για τη Χούλου στα χρόνια της Φραγκοκρατίας και συγκεκριμένα τον 14ο αιώνα είναι αυτή που διασώζει ο Λεόντιος Μαχαιράς. Πρώτος ο χρονικογράφος μας μνημονεύει, κατά τα έτη της βασιλείας του Φράγκου βασιλιά Πέτρου Α΄, ως φεουδάρχη της Χούλου τον Τζουάν Τεμουντολήφ (Jean de Montolif). Ο Montolif, σύμφωνα πάντα με τον Μαχαιρά, είχε σύζυγο την Ιωάννα Λ’Αλεμά, που ήταν μια από τις ερωμένες του βασιλιά Πέτρου Α΄. Η οικογένεια των Montolif είχε διαδραματίσει ένα σημαντικό ρόλο στην ιστορία της Κύπρου και κυρίως κατά την περίοδο της διαμάχης για το στέμμα μεταξύ της Καρλόττας νόμιμης βασίλισσας και του ετεροθαλούς αδελφού της Ιακώβου, ο οποίος σφετερίστηκε το στέμμα. Ο Φραγκίσκος Montolif, για παράδειγμα, βισκούντης Λευκωσίας και βάιλος Καρπασίας είχε στραφεί εναντίον του Ιακώβου και ως οπαδός της βασίλισσας Καρλόττας αναγκάστηκε να καταφύγει μαζί της στο φρούριο της Κερύνειας.

Η Χούλου, όπως έχει υποστηρίξει στο παρελθόν ο μεγάλος φιλόλογος Σίμος Μενάρδος, πολύ πιθανόν να οφείλει το όνομά της στην οικογένεια Goul, συριακής προφανώς καταγωγής. Από το όνομα δηλαδή κάποιου φεουδάρχη ονομαζόμενου Γουλ προήλθε και το όνομα του χωριού Χούλου. Το όνομα αυτό θα είχε την προφορά Houl, διατείνεται ο Μενάρδος, όπως και το συριακό όνομα Γούρρη το οποίο επίσης απαντά στην Κύπρο και ως Χούρρη ( Gourry ή Hourry). Το όνομα Γουλ πράγματι απαντά στη μεσαιωνική Κύπρο και συγκεκριμένα στο χρονικό του Λεοντίου Μαχαιρά, όπως φέρ’ειπείν ο Στασίς του Γούλου. Βέβαια σε καμιά πηγή μέχρι σήμερα δε μας έχει παραδοθεί η πληροφορία ότι κάποιος Γουλ υπήρξε φεουδάρχης της Χούλου, αλλά η αρχειακή έρευνα ίσως μελλοντικά επιβεβαιώσει τα εν λόγω στοιχεία. Σε αρχειακό υλικό όμως έχουμε συναντήσει αρκετά στοιχεία για τους φεουδάρχες της Χούλου, όπως τις οικογένειες Acrolissa, de Ras και Grenier πριν περιέλθει το ίδιο χωριό ως ιδιοκτησία του Δημοσίου επί Βενετοκρατίας.

Η οικογένεια Acrolissa

Η φραγκική οικογένεια Acrolissa, όπως μαρτυρείται σε έγγραφα της Φραγκοκρατίας των οποίων αντίγραφα διασώθηκαν στο Κρατικό Αρχείο της Βενετίας, μας προσφέρουν νέα στοιχεία για τους φεουδάρχες των χωριών της Κύπρου και στην προκειμένη περίπτωση για τους φεουδάρχες της Χούλου. Η οικογένεια των Acrolisa εμφανίζεται στις πηγές που αφορούν στην Κύπρο πριν το έτος 1378. Τον 15ο αιώνα απαντά ένας Ιωάννης Acrolissa ως αρχιθαλαμηπόλος του ανακτόρου, κατά τα χρόνια της βασιλείας του Ιωάννη Β΄Lusignan και ήταν φεουδάρχης της Χούλου και της Καλλέπειας. Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι ένα χωριό της χερσονήσου της Καρπασίας, το οποίο υφίστατο έως τα μέσα του 16ου αιώνα, αφού το συναντούμε και στον περίφημο χάρτη του Λεωνίδα Αττάρ το 1542, ονομαζόταν Acrolisa. To γεγονός αυτό αποδεικνύει ότι το χωριό είχε δημιουργηθεί σε κάποιο φέουδο του Acrolissa, και κατά πάσα πιθανότητα του Ιωάννη Acrolissa γι’ αυτό φέρει και το όνομά του, όπως συμβαίνει άλλωστε και με άλλα χωριά της Κύπρου που φέρουν ονόματα φεουδαρχών.

Έλενα Grenier

Ο φεουδάρχης Ιωάννης d’ Acrolissa είχε νυμφευθεί την Έλενα de Grenier, θυγατέρα του Ιακώβου de Grenier κόμη Εδέσσης- Rochas. Ας σημειωθεί επίσης ότι η Έλενα από την πλευρά της μητέρας της, της Μαργαρίτας, καταγόταν από τον βασιλικό οίκο των Lusignan, αφού ήταν ανεψιά του βασιλιά. Ο αδελφός της Έλενας Morf de Grenier ως πρωτότοκος, σύμφωνα με τις Ασσίζες των Ιεροσολύμων, έλαβε όλη την περιουσία του πατέρα του. Η αδελφή του, η οποία σύμφωνα και πάλι με τις Ασσίζες δεν κληρονομούσε τίποτα, φάνηκε τυχερή και παντρεύτηκε έναν πλούσιο με πολλά φέουδα τον φεουδάρχη Ιωάννη d’ Acrolissa, αλλά πολύ σύντομα πέθανε και έμεινε χήρα. Η Έλενα όμως ως χήρα του d’ Acrolisa έλαβε το μερίδιο από τα φέουδά του, το οποίο της αναλογούσε. Σύμφωνα με ένα ανέκδοτο έγγραφο ο σύζυγός της είχε τα εξής χωριά ως φέουδα από τα οποία τα μισά εισοδήματα ανήκαν στη χήρα Έλενα Grenier d’ Acrolissa. Tα χωριά αυτά ήταν το χωριό Αρεδιού της Ορεινής, η Πέτρα, η οποία τότε ανήκε στο διαμέρισμα της Πεντάγειας και σήμερα είναι γνωστή ως Πέτρα Σολέας και δύο χωριά της Πάφου: η Χούλου και η Κάτω Καλλέπεια.

Από τον Ιωάννη d’ Αcrolissa η Χούλου καθώς και η Καλλέπια έγιναν ιδιοκτησία της Έλενας Grenier και του δεύτερου συζύγου της Ιωάννη de Ras. Στη συνέχεια πέρασαν στη θυγατέρα τους Μελουζίνη ( Mellesina), που είχε παντρευτεί τον Oνούφριο Rechiesens, μεγάλο συνεσκάρδο του βασιλείου της Κύπρου. Ακολούθως, σύμφωνα πάντα με τις Ασσίζες της Ιερουσαλήμ, τα φέουδα αυτά εάν εξακολουθούσαν να αποτελούν ιδιοκτησία της ίδιας οικογένειας θα κατέληγαν στον πρωτότοκο γιο του ζεύγους Calseran Rechiesens, που είχε νυμφευθεί τη Χερουμπίνα Άκρη (Cherubina d’ Acre) και είχε κληρονομήσει και το αξίωμα του μεγάλου συνεσκάρδου του βασιλείου. Η θυγατέρα τους Μελουζίνη που έφερε το όνομα της γιαγιάς της είχε παντρευτεί τον Ευγένιο Συγκλητικό κόμη Rochas, που οικοδόμησε τον προμαχώνα Rochas της βενετικής οχύρωσης κοντά στη σημερινή Πύλη Πάφου.

Η Χούλου στη βασιλική περιουσία

Δε γνωρίζουμε για πόσα χρόνια οι απόγονοι των Grenier και Rechiesens εξακολουθούσαν να έχουν ως φέουδα τη Χούλου και την Καλλέπια αφού κατά το ήμισι τα είχε κληρονομήσει η πρόγιαγιά τους Έλενα Grenier από τον πρώτο σύζυγό της Ιωάννη d’ Acrolissa. Αυτό όμως το οποίο τεκμηριώνεται από αρχειακές πηγές είναι ότι μετέπειτα η Χούλου καθώς και η Καλλέπια, ήδη κατά τις δύο πρώτες δεκαετίες του 16ου αιώνα ανήκαν στη βασιλική περιουσία, δηλαδή στο Δημόσιο. Σε ανέκδοτο βενετικό έγγραφο του 1562 στο οποίο παρατίθεται κατάλογος των χωριών που ανήκαν στο Δημόσιο αναφέρονται μεταξύ άλλων και τα χωριά Χούλου και Καλλέπια (Cullu e Callepia).

Στον ίδιο κατάλογο σημειώνεται δίπλα από κάθε χωριό πότε είχε διενεργηθεί για τελευταία φορά απογραφή του πληθυσμού του. Παρεμπιπτόντως αναφέρουμε ότι κατά τη Βενετοκρατία δεν γινόταν κατά καιρούς μόνο απογραφή του πληθυσμού αλλά και καταγραφή λεπτομερών στοιχείων για το κάθε χωριό. Στα στοιχεία αυτά περιλαμβάνονταν καλλιεργήσιμες και χέρσες γαίες, περιβόλια, αμπέλια, μύλοι, εκκλησίες, μονές, δάση, βρύσες, ποτάμια, ρυάκια κ.ά. Στο εν λόγω έγγραφο σημειώνεται ότι στη Χούλου και στην Καλλέπεια είχε γίνει απογραφή για τελευταία φορά κατά το έτος 1549. Έτσι είναι βέβαιο ότι ήδη από τις αρχές ή τα μέσα του 16ου αιώνα και τα δύο χωριά ανήκαν πλέον στο Δημόσιο(reale) της Βενετίας.

Η Χούλου όπως ήδη αναφέραμε είχε κοινούς φεουδάρχες με την Κάτω Καλλέπια ενώ στο έγγραφο του 1562 σημειώνεται και πάλι μαζί με την Καλλέπεια. Στην απογραφή του 1565 την οποία είχαν διενεργήσει οι Βενετοί η Χούλου είχε 60 φραγκομάτους δηλαδή ελεύθερους καλλιεργτές. Στην πρώτη απογραφή μετά την οθωμανική κατάκτηση η Χούλου το 1572 η Χούλου είχε 73 εστίες και 6 άγαμους. Το 1881 Χούλου είχε 434 κατοίκους

Η Χούλου αναμφισβήτητα υφίστατο από τα βυζαντινά χρόνια αφού σώζονται σ’ αυτήν ερείπια του βυζαντινού ναό του Αγίου Θεοδώρου. Έξοχες τοιχογραφίες σώζονται και στο μικρό ναό-κόσμημα του Αγίου Γεωργίου στην είσοδο του χωριού. Στη Χούλου, επίσης, έχουν αποκαλυφθεί τελευταίως τοιχογραφίες στο ναό της Παναγίας της Παντάνασσας και γι’ αυτό ακριβώς και δεν έχει γίνει γι’ αυτές σχετική δημοσίευση. Σε μια τοιχογραφία απεικονίζεται ένα ζεύγος δωρητών τους οποίους κάλλιστα θα μπορούσαμε να ταυτίσουμε είτε με την Έλενα Grenier και τον Ιωάννη d’ Acrolissa, πρώτο σύζυγό της, είτε την ίδια με τον δεύτερο σύζυγό της Ιωάννη de Ras ή πολύ πιθανόν με τη θυγατέρα του ζεύγους Μελουζίνη και το σύζυγό της Ονούφριο Rechiesens, μεγάλο σινεσκάρδο της Κύπρου.

Στην περίπτωση που θα ίσχυε τέτοια ταύτιση τότε η χρονολόγηση της τοιχογραφίας πρέπει μάλλον να ανάγεται στον 15ο αιώνα γιατί όλα τα πιο πάνω πρόσωπα έζησαν σχεδόν τον ίδιο αιώνα. Ως εκ τούτου πρέπει να αποκλειστεί ο 16ος αιώνας. Το μυστήριο το οποίο καλύπτει τα άγνωστα ονόματα των δωρητών στο βόρειο τοίχο της εκκλησίας της Παναγίας της Παντάνασσας, χάρη στην αρχειακή έρευνα, φαίνεται ότι ήδη μας έχει αποκαλυφθεί.

Η κοινότητα της Χούλου αποτελεί ένα χώρο πλούσιο σε ιστορία και παραδόσεις και πέρα από τα μνημεία του λόγου έχει να παρουσιάσει πλούσια πολιτιστική κληρονομιά στην αρχιτεκτονική και στην τέχνη, όπως την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου με τις τοιχογραφίες της, τη βυζαντινή ερειπωμένη εκκλησία της του Αγίου Θεοδώρου, πολύτιμες εικόνες οι οποίες φυλάσσονται στη Μητρόπολη Πάφου καθώς και τοιχογραφίες στο ναό της Παναγίας της Παντάνασσας. Το άσμα της Αροδαφνούσας, το οποίο απαντά παγκύπρια μόνο στη μεγαλόνησο από όλο τον ελλαδικό χώρο με τις όποιες παραλλαγές του, έχει ως γνωστό ταυτιστεί με τους έρωτες του Φράγκου βασιλιά της Κύπρου Πέτρου Α΄ Lusignan, ήδη από τον 19ο αιώνα. Το χρονικό του Λεοντίου Μαχαιρά αποτελεί τη μοναδική πηγή, στην οποία μία από τις ερωμένες του βασιλιά, η Ιωάννα Λ’ Αλεμά, συνδέεται με το χωριό Χούλου, αφού επρόκειτο για σύζυγο του αυθέντη/φεουδάρχη της.

Το άσμα της Αροδαφνούσας το οποίο επηρέασε τη λογοτεχνία αφού ενέπνευσε ποιητές και συγγραφείς, τόσο Έλληνες όσο και ξένους, αν και απαντά σε ολόκληρη την Κύπρο δεν συνδέθηκε με κανένα άλλο μέρος της μεγαλονήσου τόσο, όσο με την κοινότητα της Χούλου. Η Αροδαφνούσα συνεπώς έχει συνδεθεί αμετάκλητα με την Χούλου, αφού αυτό το ίδιο το γραπτό μνημείο της κυπριακής διαλέκτου, το δημοτικό τραγούδι/ποίημα με ηρωίδα την ίδια, εξακολουθεί ν’ αποτελεί ζώσα παράδοση στην κοινότητα. Η Αροδαφνούσα αποτελεί αναντίλεκτα κομμάτι της πολιτιστικής κληρονομιάς ολόκληρης της Κύπρου, αλλά ιδιαιτέρως και πρωτίστως της Χούλου, αφού εξακολουθεί να απαγγέλλεται και να τραγουδιέται στα πανηγύρια, υπάρχει στις διηγήσεις και στις παραδόσεις των κατοίκων της κοινότητας και μεταδίδεται από γενιά σε γενιά και έτσι καλλιεργείται η αντίληψη της συνέχειας.

Επιπρόσθετα οι κάτοικοί της κοινότητας συνδέουν και ταυτίζουν όλη τη διήγηση του άσματος της Αροδαφνούσας αλλά και την ίδια την ηρωίδα με ερείπια του χωριού, με τοιχογραφίες και με παραδόσεις. Όλοι όσοι καταγόμαστε από τη Χούλου νοιώθουμε υπερήφανοι για την ηρωίδα του εξαίσιου αυτού δημοτικού τραγουδιού, που συνδέεται με το χωριό, αλλά και για τον Πέτρο Α´ Lusignan, την πιο ισχυρή προσωπικότητα του φραγκικού βασιλικού οίκου των Lusignan.

Τελειώνοντας θα ήθελα να αναφέρω ότι λατρεύω τον λαῐκό μας πολιτισμό και εργάστηκα ως ερευνήτρια στο Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών για τη συγκρότηση του Αρχείου Προφορικής Παράδοσης των Κατεχομένων Περιοχών της Κύπρου. Μεγάλωσα στο Ριζοκάρπασο, στην Ακραία Καρπασία, στα εωθινά μέρη της Κύπρου με τους μύθους και τους θρύλους, τα παραμύθια και τις διηγήσεις για τη Χούλου της αείμνηστης Χουλιώτισσας μητέρας μου, που έζησε εγκλωβισμένη στο Ριζοκάρπασο με τον λόγιο -εκπαιδευτικό πατέρα μου που υπηρέτησε εκεί στα κατεχόμενα την Ελληνική Παιδεία, πέθανε και ενταφιάστηκε εκεί πιστός έως θανάτου φορέας της καρπασιακής παραδόσεως υπομείνας την πικρή δοκιμασία του εγκλωβισμού προς διάσωση των αξιών του Κυπριακού Ελληνισμού.

Σας ευχαριστώ που γίνατε κοινωνοί ενός γοητευτικού ταξιδιού στο παρελθόν …

Δρ Νάσα Παταπίου – Ιστορικός-ερευνήτρια

Διαβάστε επίσης:

Είσαι μαμά – μονόκερος; Μάθε γιατί δεν πρέπει να ακολουθείς αυτήν την πρακτική

Naki sumo: Αθλητές του σούμο κάνουν μωρά… να κλάψουν για έναν πολύ ιδιαίτερο λόγο – Μία παράδοση 400 ετών (vid)

«Το να μην μπορώ να κάνω παιδί ήταν καταστροφικό – Mετά βρήκα ανθρώπους που αγκάλιασαν τη ζωή χωρίς παιδιά»