Πώς μπορεί ο δάσκαλος να αντιληφθεί το χαρισματικό μαθητή;

Η έρευνα καταδεικνύει πως οι εκπαιδευτικοί δυσκολεύονται να επισημαίνουν τους χαρισματικούς μαθητές ώστε εντοπίζοντάς τους να μπορούν οι μαθητές αυτοί να ενταχθούν σε ειδικά εκπαιδευτικά προγράμματα. Οι περισσότεροι εκπαιδευτικοί κατονομάζουν έναν μαθητή/τρια ως «άριστο ή ακόμη και χαρισματικό» αν αυτός/αυτή έχει σταθερά υψηλή επίδοση -πολλές φορές επίδοση που ξεπερνά τις προσδοκίες του εκπαιδευτικού-, καλή και ευπροσάρμοστη συμπεριφορά (πειθαρχημένος/η, υπάκουος/η, προσεκτικός/η) και όταν ο μαθητής/μαθήτρια συμμετέχει στο μάθημα ενεργά.

Ο χαρακτηρισμός «χαρισματικός/ή» ενίοτε δημιουργεί δυσκολίες για τον ίδιο τον/την μαθητή/τρια καταρχήν γιατί τοποθετεί τον/την μαθητή/τρια σε μια ειδική κατηγορία με την οποία επιφορτώνεται το βάρος των προσδοκιών και των στερεοτύπων των εκπαιδευτικών και των γονιών.

Κατά τον Monks η χαρισματικότητα ορίζεται ως η συνισταμένη τριών παραγόντων: της υψηλής νοητικής ικανότητας, της υπερδημιουργικότητας και της έντονης παρακίνησης και αυτοδέσμευσης προς το έργο. Αυτή η συνισταμένη παραγόντων μπορεί να φέρει υψηλά επιτεύγματα μόνο όταν υπάρχει αλληλεπίδραση και διάδραση μεταξύ τριών περιβαλλοντικών παραγόντων: της οικογένειας, του σχολείου και της παρέας των συνομηλίκων (Monks, 1986).

Το 25% των παιδιών έχουν νοητικό πηλίκο ανώτερο του μέσου παιδιού, από αυτό το 25% το 15% ανήκουν στην κατηγορία των παιδιών με ανώτερη νοημοσύνη, το 7% αυτών των παιδιών είναι στην κατηγορία των ευφυών, και το άλλο 3% ανήκουν στην κατηγορία των ιδιοφυών. Αυτό το 3% των ιδιοφυών παιδιών είναι μια μειονότητα και ότι σπάνιο τείνει να θεωρείται συχνά και ως ιδιόρρυθμο (Herbert, 2010).

Το χαρισματικό παιδί στον τομέα της μάθησης τείνει να αφομοιώνει την διδακτέα ύλη κατά 50% πάνω από την χρονολογική του ηλικία. Οπότε αυτά τα παιδιά, επειδή ακριβώς υπερέχουν στις μαθησιακές ικανότητες έναντι άλλων συνομήλικων τους παιδιών, αρχίζουν να βαριούνται και χάνουν το μαθησιακό τους ενδιαφέρον σχετικά γρήγορα. Ακόμη τα παιδιά αυτά μπορεί να δώσουν ευφάνταστες απαντήσεις και να σκεφτούν πρακτικές λύσεις σε προβλήματα που φαντάζουν δυσεπίλυτα. Τα ενδιαφέροντα των χαρισματικών παιδιών είναι πολύπλευρα. Τους αρέσει να μαθαίνουν πράγματα και αποκτούν γνώσεις σε αντικείμενα δύσβατα ενώ χαρακτηρίζονται από ώριμη σκέψη.

Υπάρχει μια πληθώρα βιβλίων, άρθρων και πληροφοριών για παιδιά με δυσκολίες ωστόσο υπάρχουν και παιδιά που μπορούν να ανταπεξέλθουν με εξαιρετική ευελιξία στο μαθησιακό στίβο και αυτή ακριβώς η ευελιξία τους λειτουργεί ως τροχοπέδη για τα ίδια. Αυτό συμβαίνει καθότι το σχολικό περιβάλλον δεν έχει μεριμνήσει για αυτά τα παιδιά. Σε κάποιες χώρες έχουν εφαρμοστεί δύο μορφές εκπαιδευτικής μέριμνας, όπως αναφέρει ο Herbert (2010), για τα χαρισματικά παιδιά: ο εμπλουτισμός του διδακτικού προγράμματος και η επιτάχυνση της φοίτησης. Στον εμπλουτισμό του διδακτικού προγράμματος δίδεται η δυνατότητα στα χαρισματικά παιδιά να πάρουν πρόσθετη γνώση μέσω της ανάθεσης εργασιών για το σπίτι, ευκαιρίες για εξωσχολικές δραστηριότητες/ διαγωνισμούς, απόκτηση συνηθειών για ανεξάρτητη εργασία, ενδυνάμωση της αυτενέργειας και ανάθεση της δυνατότητας για πρωτοβουλία και δημιουργικότητα.

Στην επιτάχυνση της φοίτησης δίνεται η ευκαιρία στα παιδιά αυτά να εισαχθούν σε τάξεις ανάλογα με την νοητική τους ηλικία. Ωστόσο η επιτάχυνση της φοίτησης ίσως να δημιουργεί προβλήματα προσαρμογής στα παιδιά αυτά καθότι μπορεί νοητικά να μπορούν να ανταποκριθούν στις μεγαλύτερες τάξεις όμως κοινωνικά και συναισθηματικά, καθότι συνάδουν με την χρονολογική τους ηλικία, αδυνατούν.

Είναι απορίας άξιο που τείνουμε να μην ασχολούμαστε με αυτά τα παιδιά. Όσο αμελούμε να εξασφαλίσουμε αυτή την ειδική εκπαίδευση στα χαρισματικά παιδιά τόσο άθελα μας υποβοηθούμε να υπάρχουν ολοένα και περισσότερα παιδιά με υποεπίδοση και παιδιά που το σχολείο αποτελεί γι’ αυτά μια ανιαρή και άσκοπη συνήθεια.

Δρ. Αριστονίκη Θεοδοσίου- Τρυφωνίδου

Ψυχολόγος Σχολικής-Εξελικτικής Κατεύθυνσης

Διδάκτορας Εξελικτικής-Σχολικής ψυχολογίας, Μ.Α Διοίκηση εκπαιδευτικών μονάδων, Μ.Α ART therapist, Pgp Συμβουλευτική ψυχολογία, Ειδίκευση στη Συστημική θεραπεία και στη Γνωστική-Αναλυτική θεραπευτική αντιμετώπιση