Γράφει η Αλεξάνδρα Καππάτου, Ψυχολόγος- Παιδοψυχολόγος
Συχνά, όταν οι μεγάλοι, φίλοι ή συγγενείς, δεν ξέρουν τι να πουν σε ένα παιδί, το ρωτούν: «Ποιον αγαπάς πιο πολύ, τη μαμά ή τον μπαμπά;».
Τι θα πρέπει να γνωρίζετε:
– Ένα παιδί τριών ή τεσσάρων χρόνων, δεν καταλαβαίνει ακόμα την έννοια αυτής της ερώτησης, γιατί δε γνωρίζει την έννοια της «σύγκρισης ποσοτήτων» και μετατρέπει συνεπώς το ερώτημα σε «ποιον αγαπάς εσύ».
– Eίναι μια απάντηση δύσκολη γιατί στο παιδί δημιουργείται σύγχυση και ένταση στην προσπάθειά του να καταλάβει τις προσδοκίες εκείνου που το ρωτά.
– Σε πολλές περιπτώσεις λέει «και τους δύο».
Oι μεγάλοι, όμως, επιμένουν: «Δεν είναι δυνατόν και τους δύο, κάποιον θα αγαπάς λίγο πιο πολύ» ή «Ποιος σου κάνει τα περισσότερα χατίρια;» Αυτές οι ερωτήσεις διχάζουν το παιδί.
– Aν εκείνη τη στιγμή παρευρίσκεται ο ένας μόνο γονιός, δεν είναι απαραίτητο να επιλέξει και συνεπώς δεν υπάρχουν προβλήματα. Πιθανώς υποδεικνύει ως «αγαπημένο» το γονιό που είναι παρών.
– Άλλοτε το παιδί μπορεί να δώσει μια απάντηση έμμεση, αν αντιλαμβάνεται την ερώτηση ως παγίδα. Θα πει, για παράδειγμα: «Ο μπαμπάς μού αγόρασε αυτό το παιχνίδι ή με πήγε στην παιδική χαρά».
– Όταν ο μπαμπάς κι η μαμά είναι κι οι δύο εκεί, το παιδί νιώθει λιγότερο άνετα. Aντιλαμβάνεται αμέσως το μορφασμό απογοήτευσης στο πρόσωπο του πατέρα, αν η απάντησή του είναι «τη μαμά» ή το αντίστροφο. Mαντεύει, δηλαδή, ότι προξένησε δυσαρέσκεια σε ένα πρόσωπο που αγαπά πολύ.
– H σχέση του με τους γονείς είναι μια πάρα πολύ σημαντική και ιδιαίτερη πλευρά της ζωής του για να μπορεί να επιλέξει.
– Θα ήταν καλό, λοιπόν, οι μεγάλοι να έβγαζαν από το ρεπερτόριό τους αυτή την ερώτηση.