«Μαμά, έχω κάνει βλακεία»: Τι κάνεις όταν το έφηβο παιδί σου σού τηλεφωνεί μεθυσμένο και μαστουρωμένο;

Είναι 12:30 μετά τα μεσάνυχτα. Χτυπά το κινητό μου –ο ήχος ακούγεται υπερβολικά δυνατά σε ένα σπίτι όπου κοιμούνται όλοι. Είναι ο 16χρονος γιος μου.

«Μαμά, έχω κάνει βλακεία. Είμαι μεθυσμένος. Μπορείς να έρθεις να με πάρεις;»

«Έρχομαι τώρα.»

Ξέρω πού γίνεται το πάρτι. Αυτή εξάλλου είναι η συμφωνία μας: Ότι μπορεί να πάει, εφόσον ξέρω πού είναι. Ξέρει ότι το κινητό μου είναι πάντα ανοιχτό. Μπορεί να με καλέσει όποτε θέλει. Μέχρι πριν από το συγκεκριμένο βράδυ δεν το είχε κάνει ποτέ.

Στα 16 του είναι πλέον πιο μεγαλόσωμος και δυνατός από εμένα. Μοιάζω σχεδόν με νάνο μπροστά του. Μπορεί να μιλήσει για πολιτική, έχει ψιλο-μάθει να οδηγεί και σε έναν χρόνο τελειώνει το Λύκειο. Αλλά χρειάζεται ακόμα να του θυμίζω να ξυριστεί και να διαβάσει. Επιπλέον, συνεχίζει να τρελαίνει τον μικρό του αδερφό με εντελώς ανώριμες φάρσες.

Σταματώ έξω από το πάρτι και μπαίνει παραπατώντας μέσα στο αμάξι. Σωριάζεται στο κάθισμα και στρέφει το κεφάλι του να με κοιτάξει. Είναι μεθυσμένος και μάλλον μαστουρωμένος. Το πρόσωπό του είναι χλωμό και τα μάτια του κόκκινα.

«Τι έγινε;»

Δοκίμασε ένα τσιγάρο. Του το έδωσε ένας φίλος του. Το κάπνισε όλο με τη μία. Κόντεψε να λιποθυμήσει από τον εμετό. Είναι εντελώς εξαντλημένος και με το ζόρι μπορεί να μιλήσει.

«Με συγχωρείς. Έχεις θυμώσει μαζί μου;»

«Όχι δεν έχω θυμώσει. Έκανες καλά που με πήρες τηλέφωνο.»

«Σίγουρα δεν έχεις θυμώσει; Είμαι τόσο ηλίθιος.»

«Όχι, δεν έχω θυμώσει. Πάμε σπίτι.»

Τον έβαλα για ύπνο. Πήγαινα και τον κοίταζα κάθε τόσο, του έτριβα την πλάτη, όπως όταν ήταν μικρούλης και είχε πυρετό.

Το επόμενο πρωί σηκώθηκε με τα «μούτρα» στο πάτωνα, ανήσυχος, ντροπιασμένος.

«Δεν μπορώ να πιστέψω, ότι δεν έχεις θυμώσει μαζί μου. Έκανα μεγάλη βλακεία.»

«Έκανες. Συνεχίζω να μην σου θυμώνω, αλλά πρέπει να μιλήσουμε, αγόρι μου.»

Και μιλήσαμε.

Ο μπαμπάς του και εγώ προσπαθούμε να είμαστε ανοιχτοί και καθόλου επικριτικοί, αλλά του κάναμε σαφές ότι δεν συμφωνούμε με την επιλογή του και ότι ανησυχούμε για τις πιθανές μελλοντικές επιπτώσεις που αυτή μπορεί να έχει. Συζητήσαμε για την ασφάλεια, για το ότι πρέπει να παίρνει κάποιες αποφάσεις πριν πιει και να τις τηρεί. Είπαμε κάποια πράγματα για την κάνναβη και για το πόσο επικίνδυνη μπορεί να γίνει. Μιλήσαμε για τις αξίες, για τον αυτοσεβασμό και την εκτίμηση του κάθε ρίσκου, αλλά και για τις εξαρτήσεις και τους εθισμούς. Δεν είναι ότι δεν τα είχαμε ξαναπεί όλα αυτά, όμως τώρα τα κατάλαβε καλύτερα.

Δεν είμαι αφελής. Μπορεί να μιλάμε μέρα νύχτα, όμως εκείνος θα πάρει τα ρίσκα του. Θα πειραματιστεί ξανά. Στα 16 και στα 17 έχει μία ακμάζουσα αίσθηση ανεξαρτησίας και περιπέτειας… και ένα σοβαρά υπανάπτυκτο προμετωπιαίο φλοιό.

Έτσι, ενσυναίσθηση πρώτα, εκπαίδευση μετά. Και το τηλέφωνο πάντα ανοιχτό. Γιατί θέλω πάντα να μπορεί να κάνει αυτό το τηλεφώνημα.

Πηγή: scarymommy.com