Έχω βαρεθεί να είμαι εγώ αυτή που παίρνει όλες τις αποφάσεις στην οικογένεια

«Κάθε σαββατοκύριακο συμβαίνει το ίδιο πράγμα. Τα παιδιά ξυπνούν και χαζεύουν σε τηλεοράσεις και tablets, μέχρι εμείς να σηκωθούμε, να πιούμε καφέ, να μαζέψουμε το σπίτι και τελικά να ξεκινήσουμε την ημέρα μας. Συνήθως τα σαββατοκύριακα μας είναι ελεύθερα για να μπορούμε να οργανώνουμε αυθόρμητες βόλτες. Μέχρι τη στιγμή που η ευθύνη για το τι θα κάνουμε βαραίνει ΜΟΝΟ εμένα. Τι θα κάνουμε, πού θα πάμε, τι θα δούμε, τι θα φάμε. Όλα πρέπει να τα προτείνω και να τα αποφασίσω εγώ, η μαμά. Φυσικά, σε κάθε μου πρόταση η απάντηση είναι ένα “Δεν ξέρω”, αφού κανείς δεν παίρνει πρωτοβουλίες».

Σας θυμίζει κάτι το παραπάνω κείμενο; Υπάρχουν φορές που νιώθετε και εσείς ότι το βάρος όλων των αποφάσεων για τη ζωή και την τύχη της οικογένειάς σας πέφτει στους ώμους σας; Αγχώνεστε και προσπαθείτε να τα κάνετε όλα τέλεια, χωρίς να στεναχωρήσετε κανέναν, ενώ όλοι φαίνεται να έχουν εναποθέσει τις ευθύνες και τα προβλήματά τους σε εσάς; Μια μαμά γράφει στο scarymommy.com για αυτό ακριβώς το είδος συμβίωσης με την οικογένειά της και περιγράφει πιθανότατα μια εικόνα που είναι – λίγο πολύ – γνωστή σε όλες τις μαμάδες…

«Μην με παρεξηγήσετε. Δεν λέω ότι τα μέλη της οικογένειάς μου δεν έχουν άποψη ή γνώμη για τα πράγματα μέσα στο σπίτι. Έχουν και μάλιστα την εκφράζουν και έντονα. Αλλά όταν πρόκειται για πρακτικά, καθημερινά θέματα ή κάτι που να έχει να κάνει με αποφάσεις για το πώς θα περάσουν την ώρα τους, δείχνουν απόλυτη… αδιαφορία.

Γενικά, όλοι ακολουθούν τα σχέδιά μου χωρίς πολλές αντιδράσεις, το πρόβλημα όμως με το να προτείνω και να αποφασίζω εγώ για τα πάντα είναι ότι γίνεται απίστευτα κουραστικό και τις περισσότερες φορές… το μισώ! Ξέρω ότι θα έπρεπε να είμαι ευγνώμων αφού όλοι κάνουν εκείνο που θέλω, αλλά δεν νιώθω έτσι και δεν μετανιώνω που το λέω.

Ίσως να μην μισούσα τόσο αυτή τη “δουλειά” αν δεν ήταν άλλη μία από τις πολλές “αόρατες” αρμοδιότητες που με βαραίνουν. Όπως κάθε μαμά έτσι και εγώ πέρα από τις δουλειές για το σπίτι, την μεταφορά των παιδιών, τον προγραμματισμό δραστηριοτήτων και τα τόσα άλλα που μας αγχώνουν έχουμε και αυτή την ευθύνη, την οποία – φυσικά – κανείς δεν αναγνωρίζει τα αποτελέσματά της.

Δεν είναι μόνο το άγχος του τι θα βρω, αν μπορούν όλα μου τα παιδιά να συμμετέχουν, πώς θα πάμε εκεί, αν μπορώ να έχω μαζί σνακ ή όποιες άλλες ανησυχίες έχω όταν οργανώνω το σαββατοκύριακό μας. Είναι και το ψυχολογικό βάρος που νιώθω.

Θα αρέσει σε όλους; Ικανοποιούνται οι ανάγκες όλων; Μήπως κάποιος φοβάται; Μήπως έπρεπε να διαλέξω κάτι άλλο; Τι θα εμπλουτίσει τις γνώσεις τους; Τι θα τους κάνει να διασκεδάσουν; Τι θα τους βοηθήσει να γίνουν καλύτεροι; Σκέφτομαι πάντα τι θα απαντήσει στις απαιτήσεις όλων και αυτό δεν είναι εύκολο.

Αναρωτιέμαι τι θα γινόταν αν σταματούσα, αλλά με τρομάζει το χάος που μπορεί να προκληθεί από αυτήν μου την απόφαση. Αν, βέβαια, δεν είχα μπει σε αυτόν τον ρόλο εξ’ αρχής ίσως τώρα να μην τα σκεφτόμουν όλα αυτά. Από την άλλη, αυτός δεν είναι, κατά ένα μέρος, ο ρόλος μου;

Όπως βλέπετε, δεν έχω τις απαντήσεις σε όλες τις ερωτήσεις. Όπως πολλοί και πολλές από εσάς, αγαπώ την οικογένειά μου απίστευτα πολύ και θα έκανα τα πάντα γι’ αυτούς. Και το κάνω. Είμαι εκείνη που θα αποφασίσει για το αν θα πάμε σινεμά την Παρασκευή το βράδυ, αν θα περπατήσουμε το πρωί του Σαββάτου, αν θα παρακολουθήσουν μαθήματα αγγλικών, χορού ή ό,τι άλλο και γενικά είμαι εκείνη που λαμβάνει και θα λαμβάνει όλες τις σοβαρές αποφάσεις για την οικογένειά μας τα επόμενα 15 χρόνια.

Είναι ο ρόλος μου. Τον διάλεξα; Με διάλεξε; Δεν ξέρω, αλλά με έχει κουράσει. Και νομίζω είναι απαραίτητο και όχι κακό να παραδεχτώ κάτι τέτοιο…»