Ο δημοσιογράφος Λουκάς Χριστοδουλίδης συνομίλησε με την συγγραφέα του ξεχωριστού παραμυθιού «Ο δράκος ο δικός σου» Μαργαρίτα Βασιλοπούλου. Το παραμύθι επιχειρεί να βοηθήσει τα παιδιά, μικρά και μεγάλα, να προβληματιστούν για το μεγάλο θέμα του θυμού και της συγχώρεσης και να μπορούν να βρίσκουν τη γαλήνη μέσα τους.
Εικονογράφηση: Κωνσταντίνος Πισσούριος.
Κυρία Βασιλοπούλου, πως γεννήθηκε η ιδέα συγγραφής του παραμυθιού σας με τίτλο “ο δράκος ο δικός σου”;
Καλή ερώτηση. Στα πολλά χρόνια που διδάσκω Αγγλικά σε διάφορες ηλικίες, πρόσεξα ότι τα μικρά παιδάκια που είναι πιο αυθόρμητα και πιο παρορμητικά, συχνά θυμώνουν για μικρά πράγματα και εκτοξεύουν σοβαρές απειλές του τύπου «δεν είσαι φίλη μου πια», «Δεν θα σε καλέσω στα γενέθλια μου» «δεν θέλω να ξαναπαίξω μαζί σου» και άλλα παρόμοια. Επίσης, πρόσεξα ότι τον θυμό τους μπορεί να τον κρατήσουν αρκετές μέρες, πράγμα που σίγουρα δεν είναι βοηθητικό για τις σχέσεις τους. Παράλληλα, στα πλαίσια σεμιναρίων για ενήλικες που επίσης κάνω εδώ και πολλά χρόνια, άκουσα πολλές φορές κάποιοι από τους συμμετέχοντες να λένε πως δυσκολεύονται να αφήσουν τον θυμό τους αν κάποιος τους έχει βλάψει. Ακόμα κι αν τους έχει ζητήσει συγγνώμη! Με τις δικές μου γνώσεις στη Ψυχολογία γνωρίζω πως αυτό δεν είναι καλό για την ψυχική μας υγεία. Πέρα από το ότι μας χαλάει μια σχέση, κάνει κακό και σε μας τους ίδιους γιατί ο θυμός «μακράς διαρκείας» όπως τον βάφτισα, στο τέλος καταλήγει να κάνει κακό σε μας, αφού λειτουργεί μέσα μας σαν κάτι το τοξικό!
“H ιστορία των δύο κοριτσιών, της Νάγιας και της Μάγιας, προσπαθεί να βοηθήσει τα παιδιά να προβληματιστούν γύρω από αυτά τα θέματα και να μάθουν να βρίσκουν τη γαλήνη μέσα τους”. Ποιος είπε ότι ο θυμός και η συγχώρεση είναι υπόθεση που αφορά μόνο τους μεγάλους; Πείτε μας περισσότερα για αυτό.
Βασικά o θυμός είναι ένα συναίσθημα που υπάρχει οπουδήποτε υπάρχει μια σχέση. Κι αυτό είναι απόλυτα φυσιολογικό αφού μικροί και μεγάλοι έχουμε κάποιες προσδοκίες από τους άλλους και κάποιες πεποιθήσεις για το τί πρέπει και τι δεν πρέπει να συμβαίνει σε μια σχέση. Συνεπώς, το ζητούμενο δεν είναι να μάθουμε στα παιδιά πως είναι κακό να θυμώνουν. Γι’ αυτό όταν τα βλέπουμε να θυμώνουν τους λέμε ότι είναι Οκ κάποιες στιγμές να θυμώνουν, αλλά ότι δεν είναι εντάξει να βγάζουν τον θυμό τους με επιθετικό τρόπο (με λόγια ή πράξεις που πληγώνουν τον άλλο).
Τους λέμε ότι το θεμιτό είναι να σταθούν απέναντι στον άλλο, να τον κοιτάξουν στα μάτια και να του πούνε τι ακριβώς τους ενόχλησε και γιατί. Δηλαδή, προσπαθούμε να τους μάθουμε πως ο θυμός χρειάζεται διαχείριση όπως όλα τα δύσκολα της ζωής μας. Και βέβαια το καταληκτικό μήνυμα είναι πως η συγχώρεση είναι αναγκαία σε μια σχέση που θεωρούμε σημαντική για μας γιατί επαναφέρει την γαλήνη μέσα μας και την γέφυρα για να πάμε εκεί που ήταν η σχέση μας πριν την ρήξη. Φυσικά αναπόφευκτα αγγίζουμε και το θέμα του εγωισμού αφού αυτός είναι που δεν μας αφήνει να συγχωρέσουμε. Αυτός είναι που επιβάλλει σε μικρούς και μεγάλους να «το κρατάνε μανιάτικο» κατά την ελληνική έκφραση.
Πώς ανταποκρινόμαστε εμείς ως γονείς στον παιδικό θυμό Κυρία Βασιλοπούλου;
Σίγουρα ανταποκρινόμαστε με κατανόηση και κατευναστικά λόγια γιατί ένα παιδάκι που θυμώνει αναμφίβολα νιώθει αναστατωμένο, δεν ξέρει τι να το κάνει αυτό το δυνατό συναίσθημα. Του λέμε καταλαβαίνω ότι κάτι σε θύμωσε πολύ, θέλεις να μου μιλήσεις γι’ αυτό;
Και κάνουμε κουβέντα και μιλάμε για την ανάγκη «ο άλλος» που του έφταιξε, να καταλάβει το λάθος του και να ζητήσει συγγνώμη. Αν όμως ο θυμός του ξεσπάει με φωνές, με επιθετική συμπεριφορά προς «τον άλλο», ή προς αντικείμενα γύρω του, τότε του πιάνουμε τα χεράκια για να μείνει κοντά μας , το κοιτάμε στα μάτια για να μας προσέξει και του λέμε με ήρεμη αλλά σίγουρη φωνή ότι αυτό δεν γίνεται. Δεν ξεσπάμε με αγριάδες γιατί θυμώσαμε.
Οι γονείς αποτελούν αν θέλετε τα άτομα που μαθαίνουν στο παιδί τη δύναμη της “συγγνώμης”; Ποια η άποψή σας;
‘Όλα αυτά που έχω πει πιο πάνω βασίζονται στην προϋπόθεση πως οι γονείς είναι το πρότυπο. Το μοντέλο προς μίμηση. Γιατί μας αρέσει δεν μας αρέσει, οι ειδικοί μας λένε πως τα παιδιά μαθαίνουν τις συμπεριφορές τους και τις αξίες τους κι όλα αυτά που θα αποτελούν τον ενήλικο εαυτό τους από αυτούς που ονομάζονται «οι σημαντικοί άλλοι». Δηλαδή το άμεσο οικογενειακό περιβάλλον. Γονείς, μεγαλύτερα αδέλφια, παππούδες. Συνεπώς δεν έχει κανένα νόημα να λέμε στο παιδί πως όταν θυμώνουμε δεν φωνάζουμε, δεν κλωτσάμε, δεν λέμε κακίες στον άλλον, όταν εμείς κάνουμε ακριβώς αυτά όλα τα πράγματα!
Κι όσον αφορά στη «συγγνώμη», αυτή την τόσο σημαντική λέξη, πρώτοι εμείς πρέπει να την χρησιμοποιούμε από πολύ νωρίς μπροστά στο παιδί , αλλά και προς το παιδί, όταν κάναμε ή είπαμε κάτι που δεν έπρεπε, γιατί μόνο βλέποντας την μεταμέλεια κι ακούγοντας την λέξη από μας θα μπορέσει να την κάνει δική του και να μην νιώθει πως μειώνει τον εαυτό του χρησιμοποιώντας την.
Συνειρμικά πάμε και στο θέμα της συγχώρεσης, ίσως το σημαντικότερο μήνυμα του παραμυθιού μου. Αν εμείς κρατάμε μούτρα στο παιδί μας, δεν του μιλάμε, του στερούμε την τρυφερότητα μας όταν μας έφταιξε…τότε πώς θα μάθει να συγχωράει αυτό; Κι εννοείται βέβαια ότι τα παιδιά πιάνουν με τις αόρατες κεραίες τους και τις συμπεριφορές μας προς «τους άλλους» στο περιβάλλον τους. Δηλαδή, τον μπαμπά, τη μαμά, την γιαγιά, την οικιακή βοηθό…Συνεπώς, αν θέλουμε να δημιουργήσουμε ένα σωστό άνθρωπο, πρέπει πρώτα να είμαστε εμείς οι γονείς σωστοί απέναντι σε όλους τους ανθρώπους!
Διαβάστε επίσης
Ενημέρωση μαθητών για διαδικτυακό εκφοβισμό και την αρχή της μηδενικής ανοχής
Ανάγκη για εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, λένε οι οργανωμένοι γονείς Δημοτικής Λ/σιας